Μαρία Χριστίνα Χατζηιωάννου: «Το προπατορικό χρέος»
Η ιστορικός Μαρία Χριστίνα Χατζηιωάννου, διευθύντρια ερευνών στον κλάδο της Οικονομικής και Κοινωνικής Ιστορίας στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, παρουσιάζει στο σύντομο αυτό έργο της μια σημαντική όσο και θλιβερή σελίδα της Ιστορίας του νέου ελληνικού κράτους. Αντικείμενο της έρευνάς της είναι τα δάνεια που σύναψε η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας με ξένους χρηματοπιστωτικούς οίκους στο Λονδίνο το 1824 και το 1825.
«Τα πρώτα δάνεια της Ανεξαρτησίας είναι σημαντικά όχι για το χρηματικό ποσό της βοήθειας που εισέρρευσε στην Ελλάδα, αλλά γιατί η σύναψή τους σηματοδοτεί την πρώτη διεθνή αναγνώριση του ελληνικού κράτους», υποστηρίζει η ιστορικός. Μαζί όμως με την αναγνώριση, τα δάνεια έφεραν και το δημόσιο ελληνικό χρέος, το οποίο επί δεκαετίες ταλάνιζε την ελληνική οικονομία μέχρι που το 1893 προκάλεσε την πτώχευση του κράτους και τη διεθνή οικονομική κηδεμονία.
Θυμίζουμε ότι από τα δύο δάνεια ονομαστικού κεφαλαίου 2,8 εκατομμυρίων λιρών, «αποδόθηκαν» τελικά στη χώρα 1,572 εκατομμύρια λίρες και στην Ελλάδα στάλθηκαν μόλις 540.000 λίρες, ενώ 1,032 εκατομμύρια λίρες «κρατήθηκαν» για διάφορους λόγους (μεσιτεία, έξοδα κ.λπ.) στο Λονδίνο.
Η συγγραφέας εξετάζει στις πρώτες σελίδες της μονογραφίας της τη θεωρία της οικονομικής διαμεσολάβησης (agency theory), της διαδικασίας δηλαδή κατά την οποία διεθνείς προσωπικότητες και χρηματοπιστωτικοί οίκοι μεσολαβούσαν ανάμεσα σε επαναστατημένα έθνη, όπως το δικό μας το 1823-24, και στις μεγάλες ιδιωτικές, εβραϊκές στην πλειοψηφία τους, βρετανικές τράπεζες. Ιδρύματα που ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα χρηματοδοτούσαν επαναστατημένα ή νεοσύστατα έθνη στην Ευρώπη, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική – με το αζημίωτο, βέβαια.
Το σκηνικό αυτού του τραπεζικού «πυρετού» είχε επίκεντρο το Λονδίνο, τη Μέκκα του καπιταλισμού, και η κεφαλαιακή έκρηξη των πρώτων δεκαετιών του 19ου αιώνα αποτελεί, κατά τη συγγραφέα, απότοκο του πολέμου της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας και των Ναπολεόντειων Πολέμων. Η Ελληνική Επανάσταση ήταν ένας ακόμα, κερδοφόρος στην αρχή, πελάτης. Αμάθητος, ευκολόπιστος, ανίδεος και απελπισμένος πελάτης.
Γιατί όμως μας δάνεισαν; Σύμφωνα με τη συγγραφέα, συγκεντρώναμε τρεις σημαντικές ιδιότητες: ήμασταν οι απόγονοι ενός αρχαίου έθνους που είχε προσφέρει πολλά στην ανθρωπότητα, ήμασταν υποτελείς μιας αυτοκρατορίας που δεν είχε πλέον συμπάθειες στην Ευρώπη και κατοικοεδρεύαμε σε μια περιοχή, την ανατολική Μεσόγειο και τη νοτιοανατολική Ευρώπη, με έντονο εμπορικό ενδιαφέρον.
Σκιαγραφώντας το σκηνικό μέσα στο οποίο έλαβαν χώρα οι δανειακές πράξεις που καθόρισαν την πορεία του αγώνα και του ελληνικού κράτους, η συγγραφέας αναφέρεται σε τρεις παράγοντες: α) την εγχώρια αγροτική οικονομία, η οποία αποδείχτηκε ανεπαρκής για την αποπληρωμή των δανείων, β) το εμπόριο και τη ναυτιλία στον ελλαδικό χώρο, αλλά και γ) τη διάρθρωση της ελληνικής ομογένειας, η οποία έπαιξε μείζονα ρόλο στη σύναψη των δανείων.
Πρόσωπα-κλειδιά (εγχώριοι, ομογενείς ή αλλοδαποί) και εμπορικοί οίκοι που έπαιξαν ρόλο στις διαπραγματεύσεις παρουσιάζονται από τη συγγραφέα πριν επικεντρωθεί στα μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας που ταξίδεψε στο Λονδίνο για να διαπραγματευτεί τα δάνεια. Το γεγονός ότι τα μέλη της διαπληκτίστηκαν και αλληλοκατηγορήθηκαν, το ότι η αντιπροσωπεία ήρθε σε σύγκρουση με την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδας, το ότι κανένας δεν γνωρίζει μέχρι και σήμερα το πού δαπανήθηκαν τόσα χρήματα από το δάνειο πριν καν εκταμιευτεί, φαντάζομαι ότι δεν εκπλήσσουν κανέναν Έλληνα πια – αυτή είναι η πατρίδα μας εδώ και δύο αιώνες.
Το μικρό βιβλίο της Μ. Χ. Χατζηιωάννου είναι τραγικά επίκαιρο: οι διεθνείς ομολογιούχοι και οι προσδοκίες τους από τα ελληνικά δάνεια είναι ακόμη παρόντες. Οι δανειστές και οι σπεκουλαδόροι επίσης παρόντες. Οι εθνικές αντιπροσωπείες, όπως εκείνη που ταξίδεψε το 1824 στο Λονδίνο χωρίς να γνωρίζει καλά τη διεθνή τραπεζική σκηνή και χωρίς να έχει πλήρη ενημέρωση, είναι επίσης μια σύγχρονη πραγματικότητα – θυμάστε τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας Γιώργο Παπακωνσταντίνου;
Οι διεθνείς προσωπικότητες που χρησιμοποιήθηκαν για λογαριασμό των αιτούντων χωρών κι είχαν την έγκριση των δανειστών υπάρχουν ακόμη και στις μέρες μας – τι άλλο ήταν ο Λουκάς Παπαδήμος το 2011-12; Η γκρίνια, η αμφισβήτηση, οι κατηγορίες, η σπέκουλα, η φημολογία και, τελικά, η οικονομική υποτέλεια δεν ξεκίνησαν από τις Βρυξέλλες ή το Βερολίνο του 2010, αλλά από το Λονδίνο του 1824 και του 1825.
Το «προπατορικό χρέος» του τίτλου δεν χτίστηκε στα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων, στα εξοπλιστικά προγράμματα του ΥΠΕΘΑ ή στα δομημένα ομόλογα των ταμείων, αλλά στις φρεγάτες που παραγγέλθηκαν και χρυσοπληρώθηκαν το 1824. Τέσσερις από αυτές, διαβάζουμε στο βιβλίο, με αρχικό κόστος 50.000 λίρες κοστολογήθηκαν τελικά 150.000 λίρες κι αυτό ούτε ο Άκης Τσοχατζόπουλος δεν θα μπορούσε να το πετύχει...
Συνεχίστε την ιστορική περιήγηση στα δάνεια του 19ου αιώνα και διαβάστε για την πτώχευση του 1893 στο βιβλίο Από την πτώχευση στην ύφεση – Ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος του 1898 στην Ελλάδα (Gutenberg, 2013) της Σοφίας Λαζαρέτου, η οποία είναι οικονομολόγος κι εργάζεται ως ερευνήτρια στη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της Τραπέζης της Ελλάδος.
Το προπατορικό χρέος
Τα δάνεια της Εθνικής Ανεξαρτησίας της Ελλάδας
Μαρία Χριστίνα Χατζηιωάννου
Gutenberg – Γιώργος & Κώστας Δαρδανός
125 σελ.
Τιμή € 8,52