fbpx
Kiran Millwood Hargrave: «H Τζούλια και ο καρχαρίας»

Kiran Millwood Hargrave: «H Τζούλια και ο καρχαρίας»

Εμένα με λένε Τζούλια.
Και θα σας διηγηθώ την ιστορία από εκείνο
το καλοκαίρι που πέρασα σε έναν φάρο.
Το καλοκαίρι που σχεδόν έχασα τη μαμά μου
και βρήκα έναν καρχαρία πιο παλιό
κι από τα αιωνόβια δέντρα...

Απλά, εξομολογητικά, με αφέλεια όχι παιδική, μα με σθένος καθαρής και αφοπλισμένης καρδιάς, η δεκάχρονη Τζούλια μάς κάνει κοινωνούς της ασύλληπτης περιπέτειας που έζησε εκείνο το αλησμόνητο καλοκαίρι σε έναν παμπάλαιο φάρο στο νησάκι Ανστ του νησιωτικού συμπλέγματος Σέτλαντ της Σκοτίας. «...Εκεί, πιο κοντά είσαι στη Νορβηγία παρά στην Αγγλία...» για τούτο και οι λέξεις τους, όπως παρατηρεί η Τζούλια, έχουν έναν ήχο μελωδικό – το κύμα και η μουσική του, βλέπετε...

Το σπίτι τους, όπου ζουν μόνιμα η Τζούλια και οι γονείς της, είναι στην Κορνουάλη, μα έζησαν για λίγο στο αρχιπέλαγος Σέτλαντ προκειμένου να προγραμματίσει ο πατέρας τον παμπάλαιο φάρο, να τον κάνει να δουλεύει αυτόματα. Ο μπαμπάς αγαπά τους αριθμούς και με αυτούς δουλεύει. Όχι όμως η μαμά, που στο πανεπιστήμιο είχε μελετήσει τις φάλαινες και είχε δημοσιεύσει μελέτη για μια φάλαινα που κάνει τον γύρο του κόσμου ολομόναχη, διότι τραγουδά σε διαφορετική συχνότητα από τις άλλες. Την καταλαβαίνει τη φάλαινα η Τζούλια· από τότε που αρρώστησε η μαμά της, ξέσπασε ένα κλάμα μέσα της που κανείς δεν μπορεί να το ακούσει.

Όμως το αγαπημένο ζώο της μαμάς της δεν ήταν η φάλαινα, αλλά ο καρχαρίας. Ο καρχαρίας της Γροιλανδίας. Αυτή την αγάπη τη δίδαξε στο κοριτσάκι. Με λέξεις όμορφες. Βέβαια, η Τζούλια αγαπά τις λέξεις γιατί αναδίδουν πιο πολλή θερμότητα από τους αριθμούς.

«Ανυπομονείς να δεις τις φάλαινες στο Σέντλαντ;» ρώτησε κατά τη διαδρομή η μαμά.
«Ω, ναι», απάντησα.
Χαμογέλασε: «Υπάρχουν τόσα είδη εκεί. Balaenoptera musculus, Delphinapterus leucas...»
«Η γαλάζια φάλαινα, η φάλαινα φυσητήρας, η μπελούνγκα...» συνέχισα εγώ και μετά: «Πρέπει να είναι ιδανικά για σένα εκεί».
Και η μητέρα: «Ναι, και για σένα όμως. Αν και εγώ θα πηγαίνω βόρεια, προς τη Νορβηγική Θάλασσα. Άκουσα πως εκεί πέρα κυκλοφορεί ένας καρχαρίας της Γροιλανδίας...»
«Λες να βρεις κανέναν;» […] Η μητέρα είναι βιολόγος της θάλασσας και βρισκόταν σε θερμές σχέσεις με τα θαλάσσια όντα.
«Να ξέρεις, οι καρχαρίες της Γροιλανδίας κινούνται αργά. Σαν να ξεγελάνε το χρόνο...»
Το χωριό Μπέλμοντ, όπου κατευθυνόμαστε, φάνηκε. Και σε λίγο τον είδαμε: Τον φάρο Αφλ-Τζεντ. Τον φάρο μας.

Τώρα η Τζούλια κατάλαβε γιατί είχαν γραφτεί τόσες ιστορίες για φάρους: Τόποι για περιπέτειες. Κατάντικρυ στο πέλαγος, στην αγκαλιά της θάλασσας, στην επικράτεια των γλάρων!

Έβγαλα τη γάτα από το κλουβί της κι εκείνη ανέβηκε κατευθείαν επάνω. Την ακούγαμε να νιαουρίζει ώσπου να φτάσει στην κορυφή.
Την πόρτα την άνοιξε με φούρια ο άνεμος και αντίκρισα ένα αγόρι που στεκόταν στην κουπαστή με τα μαλλιά αναστατωμένα. Μα αμέσως το παιδί κρεμάστηκε από το κάγκελο και έγινε καπνός.
Δεν πρόλαβα να τον χαιρετήσω, φοβήθηκα πως γλίστρησε, μα όχι, είχε πια γίνει μια κουκκίδα στον ορίζοντα.
«Τζούλια...» ξάφνου η μαμά, ανεβαίνοντας: «Προς τα εκεί, η Γροιλανδία. Αποκεί είναι η Νορβηγία. Κι αποκεί ο Βόρειος Πόλος».
«Και το σπίτι μας; Προς τα πού είναι;»
Ακούμπησε το στήθος μου. «Ακριβώς εδώ. Το σπίτι μας είναι όπου είσαι εσύ, το κοριτσάκι μας».
Τακτοποιηθήκαμε, αραδιάσαμε στην είσοδο της καινούργιες γαλότσες μας, η μαμά έβαλε μουσική από το κινητό της.
Σκοτείνιασε αργά, στο Βορρά ο ήλιος παραμένει περισσότερο, η μαμά τακτοποίησε τα πάντα μες στο βράδυ, ζωήρευε, έλαμπαν τα μάτια της, βρισκόταν στη θάλασσα – στη θάλασσά της: Το πρωί φόρεσε το κίτρινο πουλόβερ της, το κίτρινο παντελόνι της, την κίτρινη νιτσεράδα, και ξεκινήσαμε για την πόλη. «Πού θες να πάμε, πρώτα;» είπε η μαμά. «Στα μαγαζιά ή στα μαγαζιά;»
«Στα μαγαζιά».
«Φοβερή ιδέα, Μπάτμαν» είπε η μαμά».
Σε λίγα λεπτά φτάσαμε την πόλη: Ελάχιστοι περιπατητές. Η μαμά τούς χαιρέτησε εγκάρδια. Το κατάστημα ΓΚΙΝΛΥ είχε ό,τι χρειαζόμαστε. Θερμή η φωνή που μας υποδέχτηκε: «Είστε οι καινούριοι», είπε. «Στο φάρο, ε;»
«Ο άντρας μου εργάζεται εκεί» είπε η μαμά. «Εγώ είμαι η Μόρα και θα βγαίνω στη θάλασσα με το νορβηγικό σκάφος».
«Την Παγοκορφή; Ωραίο σκαρί. Για φάλαινες;»
Ο κύριος είπε ότι έχει έναν εγγονό στην ηλικία μου, με τον οποίο θα μπορούσαμε να γίνουμε φίλοι.

Έτσι ξεκίνησε η γνωριμία. Θερμή. Και, όπως αποδείχτηκε, αλληλέγγυα... Δεύτερος σταθμός, η βιβλιοθήκη-καθαριστήριο. Πλούσια βιβλιοθήκη, με αναγνώστες λιγοστούς και ένα αγόρι· ήταν το παιδί με το ποδήλατο που η Τζούλια είχε συναντήσει στον φάρο όταν έφτασαν. Δεν άργησαν να γίνουν φίλοι.

«Με λένε Τζούλια».
«Εμένα Κιν... Μα το κανονικό μου όνομα είναι Κίνσακ, που στα ινδικά σημαίνει λουλούδι...» «Ωραίο όνομα».
«Όμως τ’ αγόρια στο σχολείο λένε...»

Η Τζούλια κατάλαβε... Φεύγοντας με τη μαμά της, είχε μια χαρά μέσα της· θα είχε έναν φίλο, έστω και για το καλοκαίρι. Συγχρόνως κοίταζε τη θάλασσα και το πλήθος των γλάρων, που έκαναν μεγάλη φασαρία. Και μετά το κοριτσάκι:

«Πόσο θα σου πάρει να τον βρεις; Τον καρχαρία της Γροιλανδίας, εννοώ».
«Όχι πολύ. Τον εντόπισαν πρόσφατα προς τον νότο. Δεν θα μου έκανε εντύπωση αν έβρισκα έναν στην πρώτη μου εξόρμηση».
«Σοβαρά τώρα;»

Η μητέρα αγωνιούσε να τον βρει, είχε μόνο δυο μήνες διορία από την εταιρεία που θα χρηματοδοτούσε την έρευνα· το σκάφος του καπετάν Μπγιορν Γιόχανσον, ενός λιγομίλητου Νορβηγού, που θα νοίκιαζε, τον είχε ήδη εντοπίσει από το προηγούμενο καλοκαίρι. Ήταν το πάθος της για τα θαλάσσια όντα που την ξεσήκωνε. Μα ήταν, κυρίως, ο πρόωρος θάνατος της μάνας της που δεν θα την άφηνε σε ησυχία, εάν δεν έβρισκε, παρακολουθώντας το θαλάσσιο κήτος, έστω και μια υπόνοια ελπίδας μακροβιότητας για τους ανθρώπους.

Eυφυές, συγκινητικό, πλήρες αισθημάτων.

«Να θυμάσαι: Οι καρχαρίες κινούνται τόσο αργά για να επιβραδύνουν τον χρόνο... γιατί λοιπόν και τα άλλα πλάσματα...»
Ακούστηκε απίστευτο. Όμως η μαμά μού έδινε τόσες πληροφορίες που ακούγονταν επιστημονική φαντασία, πράγματα που έγραφα στο μυστικό μου κίτρινο τετράδιο, όπως: «Υπάρχουν περισσότερα αστέρια στο διάστημα από τους κόκκους άμμου που έχουν μαζί όλες οι παραλίες του κόσμου». Ή ότι: «Ο πρώτος καρχαρίας εμφανίστηκε πριν ακόμα εμφανιστεί το πρώτο δέντρο!»
«Ίσως», μου είχε εξομολογηθεί, «αυτό να πιάσει. Και έτσι να μη χρειαστεί και άλλες οικογένειες να χάσουν αγαπημένα τους πρόσωπα πρόωρα».
Κούρνιασα πλάι της. Καταλαβαίνετε τον λόγο...
Η μαμά μου έδωσε ένα φιλί. «Συγγνώμη, σε ψυχοπλάκωσα. Είδες τι κάνουν οι λέξεις; Ελπίζω πάντως να έρθει η χρηματοδότηση».
«Θα μπορούσε να σου δανείσει ο μπαμπάς μερικά χρήματα...» είπα.
Και η μαμά: «Δε νομίζω! Έχει ο μπαμπάς δεκαεφτά εκατομμύρια ευρώ;»
Σχεδόν έπεσα από την προβλήτα. «Αυτό είναι τρελό!»
«Ανήθικο» με διόρθωσε η μαμά. «Τόσο κοστίζει μια τέτοια έρευνα... Πρέπει όμως πρώτα να εντοπίσουμε τους καρχαρίες κι έπειτα να απομονώσουμε τα κύτταρα που χρειαζόμαστε».
«Δε... δε θα τους σκοτώσετε, έτσι δεν είναι;»
Η μαμά με κοίταξε ξαφνιασμένη. «Να τους σκοτώσουμε; Θα σκότωνα εσένα ή ένα αιωνόβιο δέντρο;»
Το ξέρω, ακούγεται περίεργο να με συγκρίνει η μαμά μου με δέντρο, όμως στην πραγματικότητα είναι κομπλιμέντο να ακούς έναν άνθρωπο σαν τη μαμά, η οποία λατρεύει τα δέντρα...

Τις πρώτες μέρες του ερχομού τους άνθησε η φιλία ανάμεσα στην Τζούλια και τον Κιν. Αντάμωναν ιδιαιτέρως τις νύχτες με ξαστεριά. Είχε ο Κιν ένα τηλεσκόπιο, οικογενειακό, μεγάλο, το ανέβασαν στον εξώστη του φάρου και άστραφτε ο κόσμος εμπρός στα μάτια τους: Όλο το γαλάζιο τ’ ουρανού τούς έλουζε. Και όλες οι αποχρώσεις του κυανού λαμποκοπούσαν. Έσμιγε η θάλασσα με τον ουρανό και ήταν ο παράδεισος του κόσμου της νύχτας. Εκεί, στον φάρο. Διότι τα πρωινά ο Κιν είχε μυστικές έγνοιες. Είχε γίνει στόχος ορισμένων μεγαλύτερων αγοριών, νταήδων, δεν τον άφηναν σε ησυχία, λόγω της ερμηνείας του ονόματός του (λουλούδι) τον ειρωνεύονταν επειδή ήταν και από την Ινδία, το έκρυβε από την Τζούλια, ντρεπόταν, κρυβόταν, πλέον η πηγή της χαράς του ήταν μόνο η καινούργια φίλη του και, χάρη στην τόλμη της, ησύχασαν κάπως τα αγόρια, ιδίως ο αρχηγός τους, ο Έιντριαν.

Κατά τα άλλα, η μαμά ήταν στην αναμονή –ολόρθη–, ευσυγκίνητη, ευαίσθητη και με τις μνήμες από τη μητέρα της να γιγαντώνονται μέσα της καθώς –νέα ακόμη– αρρώστησε από άνοια (πρώιμη έναρξη το ονομάζουν οι γιατροί) και η ζωή τους έγινε οδός του μαρτυρίου. Έως ότου η γιαγιά Τζούλια αναχώρησε αφήνοντας στην οδύνη και τον φόβο τη Μόρα... Και τώρα την κύκλωνε η διάψευση: Η χρηματοδότηση δεν εγκρίθηκε, δεν άφηναν καμιά ελπίδα οι υπεύθυνοι.

«Somniosus microcephalus... διάβασα πως λέγεται στο κινητό του μπαμπά, και διάβασα ακόμη πως ζει και πεντακόσια δεκαεπτά χρόνια, μαμά...»
Μα εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι: «Δεν είναι αποδεδειγμένο.... Νομίζω, ο πιο μεγάλος που έχουν βρει ήταν τετρακοσίων ετών».
Σάστισα: «Τετρακοσίων ετών;»
«Ακριβώς». Η μαμά αντιμετώπιζε όλες αυτές τις γνώσεις που είχε αποκτήσει σαν κάτι τελείως φυσικό. «Στους καρχαρίες της Γροιλανδίας ψάχνουν την ηλικία στα μάτια τους. Στον κρυσταλλικό φακό...»
«Μα αυτό είναι τρελό!»
«Δεν είναι τρελό. Ιδιοφυές είναι», διόρθωσε.
«Και πώς ζούνε τόσα χρόνια;»
«Είναι αργοί. Θυμήσου…»
[…]
Τη νύχτα με ξύπνησε ένας μεταλλικός ήχος και στο φεγγάρι η μορφή του Κιν διαγράφηκε μόλις σήκωσα τον φακό μου...
«Τι έκανες εδώ πέρα;»
Το αγόρι ανέβαζε με σκοινί ένα βαρύ αντικείμενο στον εξώστη του φάρου.
«Τηλεσκόπιο είναι;»
Έγνεψε καταφατικά.
Έσκυψα πάνω στο τηλεσκόπιο και μια σκόνη αστραφτερή καταύγαζε τον ουρανό ολόκληρο, ο οποίος ήταν καταγάλανος, σε όλες τις αποχρώσεις του γαλάζιου, ουρανός μαγικός. «Ο μπαμπάς μου λέει πως το φως αυτό θα συνεχίσει ακόμα και όταν εμείς θα έχουμε πεθάνει».
«Για καλό μού το λες;»
«Το ’ξερα πως θα καταλάβαινες, αφού έχεις μαμά επιστήμονα».
«Μελετάει τη θάλασσα, όχι τον ουρανό. Όμως και η θάλασσα έχει πολύ ενδιαφέρον...»
[…]
«Καπετάνιε Μπγιορν! Καλώς όρισες!»
Ο άντρας που στεκόταν στην πόρτα ήταν ψηλός με γαλανά μάτια και ηλιοκαμένος. Ωραία φωνή είχε. Τη φωνή της θάλασσας.
«Τι ώρα φεύγουμε;»
«Νωρίς» είπε ο καπετάνιος. Θα έρθει και καταιγίδα από τα δυτικά...» Και έπειτα: «Αυτή την έρευνα, ποιο πανεπιστήμιο τη χρηματοδοτεί;»
«Κανένα προς το παρόν... Αλλά είμαστε σε καλό δρόμο».

Τελικώς δεν βρίσκονταν σε καλό δρόμο. Η χρηματοδότηση δεν έφτασε ποτέ, ο καπετάνιος έπρεπε να αποζημιώσει το πλήρωμα, καλός άνθρωπος αλλά χωρίς άλλους πόρους, η καρδιά της μαμάς Μόρα σχίστηκε, αποφάσισαν την αγορά ενός παμπάλαιου μικρού καϊκιού, στένεψαν τα περιθώρια και η παλιά οικογενειακή ασθένεια εμφανίστηκε (πιο αδύναμη εδώ), πάντως η μαμά χρειάστηκε περίθαλψη και χρήματα, και ενώ η Τζούλια ήταν μόνη στον φάρο, ο καπετάν Μπγιορν χτύπησε την πόρτα: Του άνοιξε η Τζούλια, απούσα η μητέρα στο νοσοκομείο, αλλά το μήνυμά του έλεγε ότι κοντά, πολύ κοντά, εμφανίστηκε ο καρχαρίας της Γροιλανδίας· της έδωσε δε, για να ενημερώσει τη μητέρα της, τις συντεταγμένες: 63*… Χαμογέλασε και έφυγε.

Ήταν ανήκουστο το ταξίδι της Τζούλιας με το καΐκι. Κύματα ορμητικά, το σκαφάκι καρυδότσουφλο, η γάτα μαζί, ο αέρας να μαίνεται.

«Τζούλια και καρχαρίας [το δηλωμένο όνομα του καϊκιού], εδώ λιμεναρχείο. Ενημερώνουμε, αναμένονται ισχυροί νοτιοδυτικοί άνεμοι αντικυκλώνα. Ισχυρή σύσταση να επιστρέψετε στο λιμάνι».
«Αρνητικόν» είπα...
«Ελήφθη. Καλούς πλόες» είπε ο λιμενάρχης.

Και όντως το ταξίδι ήταν καλό. Κάτι που δεν θα συνέβαινε, εάν ο καρχαρίας της Γροιλανδίας δεν έβαζε –στην κυριολεξία– πλάτη. Το τέλος είναι –στ’ αλήθεια– μαγικό!

Η συγγραφέας του θαυμάσιου αυτού βιβλίου –και ποιήτρια– Κίραν Μίλγουντ Χάργκρεϊβ έχει ήδη μεταφραστεί στη χώρα μας (εκδ. Πατάκης) κυκλοφορώντας με μεγάλη επιτυχία: Οι μάγισσες του Βάρντε και Το δέντρο του χορού. Η εικονογράφηση του συζύγου της, Τομ ντε Φρέστον, είναι ατμοσφαιρική, θερμή, ό,τι έπρεπε για το αγαπημένο κοριτσάκι, την Τζούλια. Αισθαντική και η μετάφραση της Μυρτώς Καλοφωλιά.

 

H Τζούλια και ο καρχαρίας
Κίραν Μίλγουντ Χάργκρεϊβ
εικονογράφηση: Τομ ντε Φρέστον
μετάφραση: Μυρτώ Καλοφωλιά
Εκδόσεις Πατάκη
σ. 224
ISBN: 978-618-07-0350-4
Τιμή: 13,90€
001 patakis eshop


 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΝΕΑΝΙΚΑ - ΕΦΗΒΙΚΑ
Στέλλα Στεργίου – Γεωργία Ζάχαρη: «Άλκη Ζέη: Κοντά στις ράγιες»

Μία πολύ επιτυχημένη μεταφορά σε graphic novel ενός από τα πιο αγαπημένα μυθιστορήματα της μεγάλης Ελληνίδας συγγραφέα, της Άλκης Ζέη, η οποία απεβίωσε το 2020, υπογράφουν δύο νέες γυναίκες...

ΚΡΙΤΙΚΕΣ > ΝΕΑΝΙΚΑ - ΕΦΗΒΙΚΑ
Θοδωρής Κούκιας: «Τετράγωνα κύματα, ιπτάμενες μέδουσες»

Συναρπάζει νεαρούς αλλά και μεγαλύτερους αναγνώστες το βιβλίο του Θοδωρή Κούκια Τετράγωνα κύματα, ιπτάμενες μέδουσες, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος, για αναγνώστες από 15 ετών. Η ιστορία του...

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΕΙΣ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Διεύθυνση

Πτολεμαίων 4
(Πλατεία Προσκόπων)
11635 Αθήνα,
Τηλ.-fax: 210.7212307
info@diastixo.gr
ISSN: 2585-2485

ΕΓΓΡΑΦΗ ΣΤΟ NEWSLETTER

Εγγραφείτε τώρα στο newsletter μας και μάθετε πρώτοι. τα τελευταία νέα για το βιβλίο και για τις τέχνες.

Με την επίσκεψη στο site μας, αποδέχεστε τη χρήση Cookies από το diastixo.gr, με σκοπό τη βελτίωση των υπηρεσιών που σας παρέχουμε.